Το πρόβλημα με τη φοιτητική στέγη στην Ελλάδα είναι ένα πολύ κρίσιμο και επίκαιρο ζήτημα που επηρεάζει χιλιάδες φοιτητές και τις οικογένειές τους κάθε χρόνο, ενώ οι προκλήσεις για όσους και όσες αναζητούν στέγη, δεν εντοπίζονται μόνο στα δύο κύρια αστικά κέντρα όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη αλλά και σε άλλες περιφερειακές πόλεις όπως η Κοζάνη και το Ρέθυμνο. Οι κύριοι λόγοι που συμβάλλουν σε αυτό το μείζον κοινωνικό ζήτημα περιλαμβάνουν τόσο διαχρονικές παθογένειες του ελληνικού κράτους όσο και μεταβαλλόμενες συνθήκες που τείνουν να εδραιωθούν τα τελευταία χρόνια.
Στη δημόσια συζήτηση γίνεται συχνή αναφορά στο γεγονός ότι η Ελλάδα πάσχει συνολικά από αναποτελεσματική διαχείριση των κτιριακών αποθεμάτων που διαθέτει το δημόσιο είτε σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης (π.χ. ιδιοκτησίες υπουργείων και φορέων) είτε σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης (π.χ. ιδιοκτησίες δήμων). Αυτή η συνθήκη αφενός με τις κατάλληλες πολιτικές μπορεί να αλλάξει – αλλά όχι εύκολα – και αφετέρου έχει επηρεάσει άμεσα και την προσφορά φοιτητικής στέγης, καθώς η χώρα διαθέτει έναν περιορισμένο αριθμό δημόσιων φοιτητικών εστιών, οι οποίες όπως έχει αποδειχθεί δεν επαρκούν για να καλύψουν τη ζήτηση. Επιπλέον, αρκετοί χώροι συγκατοίκησης και ενοικιαζόμενοι δεν πληρούν τις βασικές απαιτήσεις για άνετη και ασφαλή διαβίωση. Συχνά υπάρχουν προβλήματα με τη θέρμανση, την υδροδότηση, και τη γενική συντήρηση των κτιρίων.
Επιπροσθέτως, όπως πολλοί επαγγελματίες του κλάδου αλλά και ερευνητές επιβεβαιώνουν[1], έχει ανέβει πολύ, ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, το κόστος της ιδιωτικής στέγης. Αυτή η συνθήκη έχει επηρεάσει και τους φοιτητές οι οποίοι δεν μπορούν να βρουν θέση σε δημόσιες εστίες ή για άλλους λόγους μένουν εκτός, συχνά αντιμετωπίζουν πολύ υψηλά ενοίκια και κόστος διαβίωσης. Στις ήδη δυσμενείς συνθήκες έρχονται να προστεθούν δυσκολίες στην εύρεση εργασίας γεγονός που συχνά οδηγεί τους νέους και τις νέες στη χώρα ακόμα και στο να επιλέγουν να μην φοιτήσουν τελικά στις σχολές που έχουν εισέλθει με κόπο και προσπάθεια.
Σχετικά πρόσφατα στοιχεία, δείχνουν ότι οι νέοι και οι νέες που φοιτούν στα Ελληνικά Πανεπιστήμια είναι περισσότεροι από 400.0000 σε όλες τις βαθμίδες της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (προπτυχιακά, μεταπτυχιακά και διδακτορικά προγράμματα). Σε αυτούς, αντιστοιχούν μόλις 12,5 χιλιάδες φοιτητικές κατοικίες μέσα στα πανεπιστήμια, καλύπτοντάς έτσι μόλις το 3% των αναγκών των φοιτητών σε στέγη[2] . Για να αποτυπωθεί ακόμα πιο περιγραφικά το ζήτημα, παραθέτουμε μερικά παραδείγματα όπως την περίπτωση της Πολυτεχνειούπολης στου Ζωγράφου, στην Αττική, που υπάρχουν εστίες αλλά σε καμία περίπτωση δεν επαρκούν. Ένα από τα σημαντικότερα και πολυπληθέστερα ιδρύματα της χώρας διαθέτει μόλις 565 δωμάτια[3].
Ωστόσο, αξίζει να αναφερθούν ενδεικτικοί αριθμοί[4] που αποτυπώνουν το μέγεθος του προβλήματος και σε πιο συγκεκριμένες περιοχές της περιφέρειας, καθώς υπάρχει η ιδιαιτερότητα ότι αρκετά μεγάλα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα της χώρας εκτείνονται μέσω παραρτημάτων σε περισσότερες από μια πόλεις. Συνεπώς, μπορεί να γίνεται γενική αναφορά ότι το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, για παράδειγμα, διαθέτει εστίες, αλλά η πραγματική εικόνα να είναι διαφορετική, καθώς δεν διαθέτει χώρους σε όλες τις πόλεις που έχει παραρτήματα το ίδρυμα. Ακολουθούν ενδεικτικές αναφορές κατά περίπτωση, καθώς ακόμα και η αποτύπωση του προβλήματος της φοιτητικές στέγης αναδεικνύει την επιτακτικότητα της χάραξης και υλοποίησης σχετικών πολιτικών.
Το 2019 στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο αριθμούσε 22.737 φοιτητές, ενώ όσοι στεγάζονταν σε δομές του Πανεπιστημίου ήταν περίπου 1.685. Στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, σύμφωνα με στοιχεία του 2021, εξυπηρετούνται περίπου 41.000 φοιτητές, ενώ στέγη παρέχεται στην Κοζάνη, στη Φλώρινα και τα Γρεβενά με 581 κλίνες σύνολο. Στην Καστοριά και την Πτολεμαΐδα το ΠΔΜ δεν διαθέτει εγκαταστάσεις διαμονής. Παρόμοια στοιχεία εμφανίζονται και σε άλλες περιπτώσεις, όπως στην Κρήτη, όπου για το ακαδημαϊκό έτος 2016 – 2017 ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι εγγεγραμμένοι φοιτητές ήταν 21.148 ενώ για το ακαδημαϊκό έτος 2018 – 2019 οι φοιτητές που μπορούσαν να εξυπηρετηθούν από τις φοιτητικές εστίες στο Ρέθυμνο και στο Ηράκλειο ήταν περίπου συνολικά 446 άτομα. Αν συγκρίνει κανείς έστω κάνοντας την παραδοχή ότι δεν είναι εφικτή η ακριβής σύγκριση λόγω ασύγχρονων στοιχείων, μπορεί να διαπιστώσει ωστόσο το μεγάλο πρόβλημα που ενυπάρχει.
Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας[5] με 12.000 φοιτητές (το 2020) διέθετε μόνο 40 δωμάτια στο Βόλο ενώ στη Λαμία δεν υπάρχει ακόμα και σήμερα, φοιτητική εστία παρά το γεγονός ότι φοιτούν πάνω από 4.000 φοιτητές στην πόλη. Εκτιμήσεις δείχνουν ότι ένας αρκετά μεγάλος αριθμός φοιτητών στη χώρα σήμερα δεν είναι σε θέση από οικονομική άποψη να καλύψει το κόστος του ενοικίου κατά τη διάρκεια των σπουδών. Στην πραγματικότητα πολλές οικογένειες (κυρίως πολυμελείς) ακόμη και αν βρίσκονται λίγο πάνω από το όριο της φτώχειας, δυσκολεύονται να καταβάλλουν το ενοίκιο των παιδιών τους. Παρόμοια προβλήματα αντιμετωπίζουν φοιτητές και οι οικογένειές τους σε πολλές «φοιτητουπόλεις».
Αξίζει να αναφερθεί ότι σε κάποιες πόλεις δεν υπάρχουν καν εγκαταστάσεις που να ανήκουν στα Πανεπιστήμια αλλά επίσης κάποια από αυτά έχουν προχωρήσει και σε ιδιωτικές μισθώσεις επιπλέον κατοικιών όπου υπάρχει η δυνατότητα. Παράλληλα, πρέπει να επισημανθεί, ότι εκτός από το ζήτημα της στέγης, συχνά τα Πανεπιστημιακά συγκροτήματα πάσχουν και από δημόσιους χώρους συγκέντρωσης των φοιτητών, οι οποίοι είναι σε αρκετές περιπτώσεις κατεστραμμένοι από την χρήση και ελλιπώς εξοπλισμένοι. Το πρόβλημα με την εύρεση αξιοπρεπούς στέγης πλήττει συνολικά πολλές περιοχές τόσο της χώρας όσο και στην Ευρώπη ευρύτερα. Εκτός από την διευκόλυνση για τους φοιτητές της χώρας, δημιουργούνται παράλληλα καλύτερες προϋποθέσεις για να προσελκύουν τα ακαδημαϊκά ιδρύματα και επισκέπτες φοιτητές αλλά και επισκέπτες καθηγητές από Πανεπιστήμια του εξωτερικού, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις τα έργα δεν περιλαμβάνουν μόνο κτιριακές εγκαταστάσεις διαμονής αλλά και χώρους όπως εκπαιδευτικά αμφιθέατρα και πολιτιστικών κέντρων, όπως στην περίπτωση του έργου που αφορά στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. Εκεί περιλαμβάνεται η ανέγερση εγκαταστάσεων για 1.100 χώρων διαμονής φοιτητών αλλά και λοιπές εγκαταστάσεις, όπως αυτές που προαναφέρθηκαν, προσφέροντας βελτιωμένες λύσεις για ουσιαστική αναβάθμιση της ακαδημαϊκής καθημερινότητας των φοιτητών, των καθηγητών αλλά και του διοικητικού προσωπικού των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.
Το χρόνιο πρόβλημα αυτό έρχονται να λύσουν μεγάλα αναπτυξιακά έργα ΣΔΙΤ σε συνεργασία με μεγάλα περιφερειακά – κυρίως – πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας, με ξεκάθαρο κοινωνικό πρόσημο, προσανατολισμένα να επιλύσουν σε διάφορες περιοχές της χώρας το μείζον αυτό ζήτημα. Η υλοποίηση φοιτητικών εστιών μέσω ΣΔΙΤ περιλαμβάνει τη δημιουργία κτιριακών εγκαταστάσεων στέγης (διαμερισμάτων), τη συντήρηση και τις επισκευές ώστε να μην εμφανιστούν τα φαινόμενα εγκατάλειψης των κτιρίων αλλά και τη διαμόρφωση ενός συμπλέγματος υποδομών που θα οδηγήσει μεσοπρόθεσμα στη δημιουργία πανεπιστημιακών campus.
Τα οφέλη από την υλοποίηση των έργων αυτών μέσω ΣΔΙΤ είναι πολλά, ενδεικτικά αναφέρονται τα εξής:
Συμβολή στη μείωση ανισοτήτων: Βοηθούν στοχευμένα συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού δίνοντάς τους πραγματική ευκαιρία να σπουδάσουν ισότιμα. Δεν είναι λίγα τα παιδιά που ενώ έχουν περάσει σε πόλεις της περιφέρειας επιλέγουν να μην πάνε στις σχολές εξαιτίας του δυσβάσταχτου κόστους διαβίωσης, μεγάλο μέρος του οποίου είναι το κόστος στέγης.
Έμπρακτος συνδυασμός αναπτυξιακής και κοινωνικής διάστασης: Ανάπτυξη και φροντίδα για την κοινωνία δεν είναι αντιθετικές έννοιες αρκεί να υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, σχέδιο και ενεργοποίηση των εργαλείων αυτών με σωστό τρόπο και πρόσημο.
Εφαρμόσιμη πρακτική περιφερειακής ανάπτυξης: Συμβάλουν με έμπρακτους όρους στην περιφερειακή ανάπτυξη, βοηθώντας τις περιφερειακές πόλεις και περιοχές να αποκτήσουν νέα δυναμική. Επιτυγχάνεται έτσι η δημιουργία ισχυρών περιφερειακών πόλεων με την ενδυνάμωσή τους μέσα από έργα που έχουν στο επίκεντρο τους πολίτες.
Συμπληρωματικές υπηρεσίες και χώροι πράσινου: Δεν είναι μόνο οι εστίες ως παροχή καταλυμάτων και διαμονής για τους φοιτητές, είναι και διάφοροι άλλοι χώροι που βρίσκονται πέριξ των εστιών, συνεπώς τα έργα αυτά αφορούν αναπλάσεις ολόκληρων περιοχών αλλά και βελτίωση των ερευνητικών υποδομών.
Ενεργοποίηση της ακαδημαϊκής κοινότητας και συμπερίληψη/εμπλοκή (involvement) στο έργο: Τα ίδια τα πανεπιστήμια με τα κατάλληλα τμήματα και προσωπικό μπορούν και πρέπει να έχουν ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση των χώρων και των εγκαταστάσεων. Δίνεται έτσι η δυνατότητα ενεργοποίησής της ίδιας της κοινότητας (π.χ. αυτό δεν είναι δυνατόν με το εργοστάσιο Λαδόπουλου, έργο που υλοποιείται μέσω ΣΔΙΤ στην Πάτρα).
Οι φοιτητικές εστίες που βρίσκονται εν εξελίξει ως έργα ΣΔΙΤ σε μεγάλες πόλεις της περιφέρειας θα αποτελέσουν νέα σημεία αναφοράς, νέα τοπόσημα για τις περιοχές στις οποίες οικοδομούνται, συμβάλλοντας έμπρακτα στη αναπτυξιακή τους ώθηση αλλά και στην αύξηση της κοινωνικής συνοχής. Υπό ένα πιο ευρύ πρίσμα, τις φοιτητικές εστίες δεν πρέπει κανείς να τις βλέπει ως μεμονωμένα έργα ανέγερσης κτιρίων όπως για παράδειγμα μια πολυκατοικία αλλά σε συνδυασμό με άλλα μεγάλα αναπτυξιακά έργα στις ευρύτερες περιοχές που δίνουν μια ολιστική ώθηση σε αυτές. Παράλληλα, η ανάπτυξη φοιτητικών εστιών μέσω ΣΔΙΤ δυνητικά απελευθερώνει δημόσιους πόρους, ώστε αυτοί να διοχετευθούν σε άλλα έργα που δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν μέσω σχημάτων ΣΔΙΤ.
[1] Για περισσότερες πληροφορίες μπορεί να ανατρέξει κανείς στο project του Ινστιτούτου ETERON για τη στεγαστική κρίση διαθέσιμο εδώ: https://eteron.org/research/keimeno-politikis-gia-to-dikaioma-stin-oikonomika-prositi-enoikiazomeni-katoikia/ [Προσπελάστηκε στις : 21.11.2023]
[2] Πηγή αναφοράς: Καριώτης, Κ. (2023). Φοιτητική στέγη: Πόσο ακριβή και δυσεύρετη έχει γίνει στην Αθήνα και στις μεγάλες πόλεις της επαρχίας, Διαθέσιμο άρθρο στο: https://www.ertnews.gr/eidiseis/oikonomia/elladaoikonomia/foititiki-stegi-poso-akrivi-kai-dyseyreti-exei-ginei-stin-athina-kai-stis-megales-poleis-tis-eparxias/ [Προσπελάστηκε στις: 12.10.2023]
[3] Επεξεργασία της FCNC Financial Advisors.
[4] Επεξεργασία της FCNC Financial Advisors.
[5] Επεξεργασία της FCNC Financial Advisors.